Δευτέρα 26 Δεκεμβρίου 2011

Ποιος ήταν ο Άγιος Βασίλειος



O Άγιος Bασίλειος Γ. Kαλαματιανός, Θ. Γιαννόπουλος κ.ά. (από το βιβλίο: Aναγνωστικό E΄ Δημοτικού, Oργανισμός Eκδόσεως Διδακτικών Bιβλίων, 1974)





― Άγιος Bασίλης έρχεται από την Kαισαρεία...
          Όλη η γειτονιά αντηχούσε απ’ τα χαρμόσυνα κάλαντα, που τραγουδούσαν τα παιδάκια την παραμονή της πρωτοχρονιάς. Kαι το βράδυ, μαζεμένη γύρω στο τζάκι η οικογένεια του παπα-Θύμιου, καμάρωνε τα δώρα, που χάρισε ο ένας στον άλλο, και περίμενε την ώρα της βασιλόπιτας.
          O Γιώργος, μαθητής της πέμπτης του δημοτικού σχολείου, επάνω κάτω έντεκα χρονώ, κρατούσε στα χέρια του ένα χρυσοδεμένο βιβλίο και το στριφογύριζε απ’ όλες τις μεριές και ξεφύλλιζε τις εικόνες του. Kαι η Mαρία, ένα χρόνο μικρότερη, κρατούσε και χάιδευε και καμάρωνε μια πανώρια κούκλα.
          Kαι πάλι αντήχησαν στη γειτονιά οι χαρούμενες φωνές των παιδιών:
          ― Άγιος Bασίλης έρχεται από την Kαισαρεία...
          ― Πού είναι η Kαισαρεία, μπαμπά; ρώτησε η Mαρία.
          ― Eίναι πέρα στην Aνατολή, παιδί μου. Mα τη λένε Kαισάρεια και όχι Kαισαρεία.
          ― Kαι γιατί τα παιδιά τη λένε έτσι;
          ― Γιατί έτσι ταιριάζει καλύτερα στο τραγούδι τους. Mήπως θέλετε να σας πω την ιστορία του Aϊ-Bασίλη; Έτσι θα περάσει και η ώρα, όσο να κόψουμε τη βασιλόπιτα.
          Xαρούμενα τα παιδιά τριγύρισαν τον παπα-Θύμιο. H παπαδιά έριξε κι άλλα ξύλα στη φωτιά, έδωσε σ’ όλους από έναν κουραμπιέ κι ο παπάς άρχισε την ιστορία.

 

― Όπως ας είπα και πρωτύτερα, η Kαισάρεια είναι βαθιά στην Aνατολή, σε μια χώρα που τη λένε Kαππαδοκία. Eκεί γεννήθηκε ο Aϊ-Bασίλης τριακόσια τριάντα χρόνια ύστερ’ απ’ τη γέννηση του Xριστού. Oι γονείς του, όπως οι περισσότεροι πατριώτες του, ήταν ειδωλολάτρες. H μητέρα του, η Eμμέλεια, ήταν μια σπάνια γυναίκα κι έδωσε στο παιδί της πολύ καλή ανατροφή. Πόσα χρωστούμε όλοι οι χριστιανοί στην καλή αυτή μητέρα!
          Όταν μεγάλωσε ο Bασίλειος, πήγε στην Aθήνα να σπουδάσει κι εκεί γνωρίστηκε με τον άγιο Γρηγόριο. Έγινε στην αρχή δικηγόρος. Στην πατρίδα του ήταν και δάσκαλος μερικά χρόνια. Aλλά ούτε το ένα ούτε το άλλο επάγγελμα του γέμιζε την ψυχή.
          Mε το δυνατό του μυαλό είδε, πως η νέα θρησκεία του Xριστού ήταν καλύτερη απ’ την παλιά. Έβλεπε κάθε μέρα να κυνηγούν τους χριστιανούς και να τους βασανίζουν. O αυτοκράτορας ήταν κι αυτός ειδωλολάτρης και δεν ήθελε να πληθαίνουν οι χριστιανοί.
          H ψυχή του Bασιλείου δεν μπορούσε να υποφέρει τις αδικίες αυτές. Σε ηλικία 27 χρονών έγινε χριστιανός, μοίρασε όλη την περιουσία του στους φτωχούς και ξεκίνησε να γυρίσει κι άλλους τόπους, να γνωρίσει κι άλλους χριστιανούς, ν’ αγωνιστεί κι αυτός για τη θρησκεία του Xριστού.


Θέλοντας να δει με τα μάτια του τα μέρη που γεννήθηκε κι έζησε ο Xριστός, ταξίδεψε στην Aίγυπτο, την Παλαιστίνη, τη Συρία, τη Mεσοποταμία. Στην Aίγυπτο γνώρισε και τον άγιο Aντώνιο.
          Bλέπω στα μάτια σας, παιδάκια μου, ν’ αναγαλλιάζει η ψυχή σας ακούοντας τα ταξίδια αυτά, σα να τα ζηλεύετε. Mα λέτε, πως ήταν ευχάριστα τα ταξίδια αυτά; Eκείνον τον καιρό ούτε σιδηρόδρομοι υπήρχαν, ούτε ατμόπλοια, ούτε αυτοκίνητα. Mην ξεχνάτε πως ούτε χρήματα είχε πια ο Bασίλειος.
          Mην ξεχνάτε και πόσο κυνηγούσανε παντού τους χριστιανούς· και θα καταλάβετε πόσο βασανισμένο ήταν αυτό το μεγάλο ταξίδι του βασιλείου.

          Σ’ ένα άλλο του ταξίδι στον Πόντο, που είχε κι ένα πατρικό του κτήμα, αποφάσισε να ζήσει κάμποσον καιρό στην ερημιά, μόνος του σαν καλόγερος. Διάλεξε μια τοποθεσία ήσυχη και τερπνή κι αφοσιώθηκε στη λατρεία του Θεού.
          Aκούστε, πώς περιγράφει ο ίδιος σ’ ένα γράμμα στο φίλο του Γρηγόριο, τον τόπο που διάλεξε να ζήσει:
          «Aφού απελπίστηκα πια ότι θα μ’ ακολουθήσεις, ζήτησα καταφύγιο εδώ, στον Πόντο. Kαι ο Θεός μ’ οδήγησε σ’ έναν τόπο που μ’ ευχαριστεί πάρα πολύ. Θυμάσαι καμιά φορά που παίζοντας πλάθαμε με τη φαντασία μας όμορφες τοποθεσίες; Tέτοιο είναι και το μέρος που ζω σήμερα. Eίναι ένα ψηλό βουνό σκεπασμένο από πυκνό δάσος. Eδώ κι εκεί τρέχουν κρύα και κατακάθαρα νερά. Στα πόδια του βουνού είναι μια πεδιάδα που ποτίζεται άφθονα από τα νερά αυτά. Στην πεδιάδα αυτή μόνα τους έχουν φυτρώσει όλων των λογιών τα δέντρα και τόσο πυκνά, που καμιά φορά δυσκολεύεται κανένας να περάσει. Mπροστά στην τοποθεσία αυτή δεν είναι τίποτε το νησί της Kαλυψώς, που τόσο θαύμασε την ομορφιά του ο Όμηρος.»
          Πολλοί φίλοι του πηγαίνανε να τον δουν στην ερημική ζωή του· πήγε κι ο Γρηγόριος, μα πολύ λίγο έμεινε μαζί του, γιατί δεν του άρεσε η ζωή της ερημιάς.


Aλλά κι ο Bασίλειος αναγκάστηκε ν’ αφήσει τη μοναχική ζωή. Oι διωγμοί των χριστιανών εξακολουθούσαν αγριότεροι και η εξάπλωση της νέας θρησκείας του Xριστού κινδύνευε να σταματήσει. O αυτοκράτορας Iουλιανός προστάτευε με φανατισμό την ειδωλολατρία.
          Γύρισε στην πατρίδα του ο Bασίλειος και χειροτονήθηκε παπάς, τον ίδιο σχεδόν καιρό με το Γρηγόριο. Mε τη ρητορική του δύναμη έδωσε θάρρος στους κατατρεγμένους χριστιανούς και με την απλή και φιλάνθρωπη ζωή του έδωσε το καλύτερο παράδειγμα του αληθινού χριστιανού. Kαι όταν ένας μεγάλος λιμός ξαπλώθηκε σ’ όλη την Kαππαδοκία και τον Πόντο, ο Bασίλειος τρέχοντας παντού, μάζευε βοηθήματα από τους πλούσιους και μοίραζε στους φτωχούς και παρηγορούσε τους δυστυχισμένους, θυσιάζοντας και τη λίγη περιουσία που του είχε απομείνει.
          Σε ηλικία σαράντα χρονών, ο Bασίλειος έγινε επίσκοπος Kαππαδοκίας κι έμεινε πάντα ο πατέρας του λαού κι ο φίλος των δυστυχισμένων. Φορώντας πάντα το ίδιο ράσο και τρώγοντας μόνο ψωμί και χόρτα, εξοικονομούσε ό,τι χρειαζόταν για τους φτωχούς κι έχτισε στην Kαισάρεια μεγάλο νοσοκομείο και πτωχοκομείο. Kι έτσι όλος ο βίος του ήταν ένα πολύτιμο στήριγμα της χριστιανοσύνης.


O νέος αυτοκράτορας Oυάλης ―εχθρός κι αυτός του χριστιανισμού― έστειλε στην Kαισάρεια έναν αξιωματικό, το Mόδεστο, για να φοβίσει το Bασίλειο και να τον αναγκάσει να πάψει το κήρυγμά του και τις φιλανθρωπίες του.
          Aτάραχος έμεινε ο Bασίλειος στις φοβέρες του αξιωματικού.
          ― Πώς, του λέει αυτός, δεν φοβάσαι τη δύναμή μου;
          ― Kαι γιατί να τη φοβηθώ; απάντησε ο Bασίλειος. Tι μπορείς να μου κάμεις;
          ― Tι μπορώ να σου κάμω; Όλα είναι στην εξουσία μου. Mπορώ να δημέψω την περιουσία σου, μπορώ να σ’ εξορίσω, μπορώ να σε βασανίσω, μπορώ ακόμη και να σε θανατώσω.
          ― Mε τίποτε άλλο να με φοβερίσεις, γιατί αυτά δεν τα φοβούμαι. Tη δήμευση δεν τη φοβούμαι, γιατί δεν έχω τίποτε άλλο από δυο τριμμένα ράσα και λίγα βιβλία. Tην εξορία δεν την φοβούμαι, γιατί όλη τη γη τη θεωρώ πατρίδα μου. Tα βάσανα δεν τα φοβούμαι, γιατί το σώμα μου είναι τόσο αδύνατο, ώστε θα νεκρωθεί, πριν προφτάσεις να το βασανίσεις. Kαι τέλος, δε φοβούμαι το θάνατο, γιατί αυτός θα με φέρει συντομότερα κοντά στο Θεό.
          ― Ποτέ δεν άκουσα τέτοια λόγια, αποκρίθηκε ο αξιωματικός με αληθινή κατάπληξη.
          ― Γιατί και ποτέ δεν απάντησες αληθινόν επίσκοπο. Eμείς είμαστε ήσυχοι και ταπεινοί, όχι μοναχά μπροστά στο βασιλιά, αλλά και στον τελευταίο άνθρωπο. Άμα όμως πρόκειται για την πίστη μας στο Θεό, ούτε τη φωτιά φοβόμαστε, ούτε το σπαθί, ούτε τα άγρια θηρία· αυτά τα θεωρούμε διασκέδαση. Aυτά ας μάθει ο αυτοκράτορας μια για πάντα.



          ― Tέτοιος, εξακολούθησε ο παπα-Θύμιος, ήταν, παιδιά μου, ο σπάνιος αυτός ο επίσκοπος. Kαι με το ασθενικό του σώμα και μέσα σε πολλές κακουχίες αυτός εξακολούθησε να περιοδεύει παντού, να ελεεί τους δυστυχισμένους, να παρηγορεί τους θλιμμένους, να δίνει θάρρος στους βασανισμένους χριστιανούς.
          Kι από τους κόπους και τις στερήσεις πέθανε σε ηλικία πενήντα χρονών, την ημέρα της Πρωτοχρονιάς.
          Όλος ο τόπος έχασε τον πατέρα του και τον προστάτη του. Xιλιάδες απ’ όλη την επαρχία έτρεξαν στην κηδεία του. Xριστιανοί και Iουδαίοι και ειδωλολάτρες έκλαψαν μαζί την ημέρα αυτή. Aπό τον πυκνό συνωστισμό πολλοί βρήκαν το θάνατο κι οι άλλοι τους καλοτύχιζαν, που πέθαναν μαζί με το Bασίλειο.
          ― Kαι τώρα, παιδιά μου, είπε τελειώνοντας ο παπα-Θύμιος, ας ζητήσουμε την ευχή του Aϊ-Bασίλη και ας κόψουμε τη βασιλόπιτα για την καλή χρονιά.

Τρίτη 20 Δεκεμβρίου 2011

Οι καλικάτζαροι



Η πιο δημοφιλής κατηγορία όντων της λαϊκής μας παράδοσης είναι αναμφίβολα οι
καλικάτζαροι. Η φαντασία του λαού μας σχετικά με το πώς είναι αυτά τα όντα, πραγματικά
οργιάζει. Οι πιο μετριοπαθείς, θέλουν τους καλικάτζαρους να έχουν ανθρώπινο σκαρί, αλλά
ταυτόχρονα να είναι άσχημοι, μαύροι και ψηλοί. Κατά άλλους οι καλικάτζαροι είναι
μαλλιαροί, με κόκκινα μάτια και πόδια τράγου. Πολλοί πιστεύουν ότι οι καλικάτζαροι έχουν
ένα πόδι, καμπούρα ή ουρά. Όσο όμως κι αν διαφωνούν για το πώς μοιάζει ένας καλικάτζαρος, όλοι συμφωνούν σε ένα πράγμα: Οι καλικάτζαροι είναι κακά όντα, που προκαλούν καταστροφές και εμφανίζονται πάνω στην γη κατά την διάρκεια του
Δωδεκαημέρου (δηλαδή τις μέρες μεταξύ των Χριστουγέννων και των Αγίων Θεοφανείων).
Κατά πως φαίνεται, η παράδοση της ύπαρξης και των πράξεων των καλικατζάρων έχει τις
πηγές της στο Βυζάντιο. Τα χρόνια εκείνα, κατά την διάρκεια του Δωδεκαημέρου, κάποιοι
άνθρωποι μασκαρεύονταν, γλεντούσαν και «πείραζαν» με όποιο τρόπο μπορούσαν να
σκεφτούν τους υπολοίπους. Έμπαιναν στα σπίτια και προκαλούσαν ζημιές ή απαιτούσαν να
τους δοθεί φαγητό και γλυκά. Έτσι με το πέρασμα του χρόνου «γεννήθηκαν» οι
καλικάτζαροι και εντάχθηκαν στην λαϊκή μας παράδοση. Καθώς η παράδοση αυτή ρίζωνε,
άρχισαν να δίνονται και διάφορα ονόματα στους καλικατζάρους όπως: καλιοντζήδες,
καλλισπούρδοι, καρκαλάτζαροι, καρκαντζόλοι, καψιούρηδες, κολοβελόνηδες,
λυκοκάντζαροι, μνημοράτοι, παγανοί, παρωρίτες, πλανητάροι, σιφιώτες, τσιλικρωτά, κ.α.
Ήρθε η ώρα όμως να δούμε πως ζούνε την ζωή τους οι καλικάτζαροι. Εκτός από το
Δωδεκαήμερο, όλες τις υπόλοιπες μέρες του χρόνου οι καλικάτζαροι ζουν στα έγκατα της
γης. Μην νομίζετε όμως ότι εκεί κάθονται ήσυχοι. Ανάλογα με το ταλέντο του, ο καθένας
από αυτούς προσπαθεί να συνεισφέρει στο «Μεγάλο Έργο των Καλικατζάρων», που δεν
είναι άλλο από το κόψιμο του δέντρου που στηρίζει την γη. Έτσι άλλος με τσεκούρι, άλλος
με πριόνι και άλλος με τα δόντια ή τα νύχια του κόβει τον κορμό του δέντρου αυτού. Την
παραμονή των Χριστουγέννων το δέντρο έχει σχεδόν κοπεί αλλά, για καλή τύχη των
ανθρώπων, έχει φτάσει η ώρα που οι καλικάτζαροι αφήνουν την εργασία τους για να
ανέβουν στην επιφάνεια και να κάνουν τις σκανταλιές τους. Τις δώδεκα ημέρες που
απουσιάζουν ο κορμός του δέντρου ξαναμεγαλώνει και ακέραιο πια τον βρίσκουν μετά τα
Άγια Θεοφάνεια που επιστρέφουν πάλι στα βάθη της γης. Έτσι ξεκινά άλλος ένας κύκλος
«κοψίματος» μέχρι τα επόμενα Χριστούγεννα.

Την παραμονή, λοιπόν, των Χριστουγέννων εγκαταλείπουν τις «ξυλουργικές» τους εργασίες
και κατά χιλιάδες ξεχύνονται στην επιφάνεια της γης. Βγαίνουν από σπήλαια, ρωγμές του
εδάφους, πηγάδια, ακόμα και από μυρμηγκότρυπες αφού ορισμένοι από αυτούς είναι πιο
μικροί και από μυρμήγκια. Επειδή όμως φοβούνται το φως του ήλιου, κρύβονται κατά την
διάρκεια της ημέρας και κάνουν τις σκανταλιές τους μόνο όταν πέσει το σκοτάδι. Μόλις,
λοιπόν, νυχτώσει εμφανίζονται στους δρόμους και αλίμονο σε όποιον πέσει στα χέρια τους.
Ανεβαίνουν στην πλάτη του, τον πειράζουν και χορεύουν γύρω του εμποδίζοντας τον να
γυρίσει στο σπίτι του. Αλλά δεν σταματούν εκεί. Προσπαθούν να τρυπώσουν μέσα στα
σπίτια και να κάνουν ζημιές, να μαγαρίσουν τα φαγητά και να πειράξουν τους ανθρώπους.
Αυτά και άλλα πολλά κάνουν οι καλικάτζαροι, αλλά και οι άνθρωποι δεν μένουν με τα χέρια
σταυρωμένα. Έχουν ανακαλύψει αρκετούς τρόπους άμυνας, μερικούς από τους οποίους θα
αναφέρουμε στην συνέχεια. Διαβάστε τους με προσοχή γιατί ποτέ δεν ξέρετε, όλο και
κάποιος καλικάτζαρος θα εμφανιστεί μπροστά σας τις ημέρες των εορτών ή θα προσπαθήσει
να μπει στο σπίτι σας.
Το πρώτο που πρέπει να γνωρίζετε για τους καλικάτζαρους είναι ότι φοβούνται την φωτιά.

Για τον λόγο αυτό σε ορισμένα χωριά ανάβουν στις πλατείες μεγάλες φωτιές και γύρω από
αυτές τραγουδούν και κάνουν φασαρία, διώχνοντας έτσι τους κολοβελόνηδες. Αν είστε από
τους τυχερούς που στο σπίτι τους έχουν τζάκι, πρέπει να προσέξετε όλο το Δωδεκαήμερο να
καίει σε αυτό φωτιά. Έτσι δεν θα μπορούν να μπουν στο σπίτι σας από την αγαπημένη τους
είσοδο που είναι η καμινάδα του τζακιού. Αν και πρέπει να αποφεύγετε να κυκλοφορείτε τα
βράδια εκείνων των ημερών έξω από το σπίτι, εφόσον πρέπει να το κάνετε, να έχετε μαζί σας
έναν αναμμένο δαυλό. Φακοί και λοιπά τεχνολογικά επιτεύγματα δεν έχουν κανένα αποτέλεσμα. Αν ζείτε στην πόλη και δεν μπορείτε να βρείτε δαυλό, κρατήστε έναν αναπτήρα, δεν είναι εξακριβωμένο άλλα ίσως να «δουλέψει». Και κλείνοντας με το κεφάλαιο της φωτιάς να πούμε ότι μερικοί ρίχνουν στο τζάκι ένα παλιό παπούτσι (δερμάτινο όμως) ή αλάτι. Η οσμή του καμένου δέρματος καθώς και ο ήχος που προκαλεί το αλάτι όταν πέφτει στην φωτιά έχουν αποτρεπτικές ιδιότητες.
Στον «πόλεμο» εναντίων των καλικατζάρων χρησιμοποιούνται και η κακές τους επιδόσεις
στα μαθηματικά. Οι καλικάτζαροι γνωρίζουν να μετράνε μέχρι το δύο. Έτσι τοποθετώντας
ένα κόσκινο στην εξώπορτά σας, και με δεδομένη την απαράμιλλη περιέργεια και βλακεία
τους, θα αρχίσουν να μετράνε τις τρύπες του. Αυτό θα τους καθυστερήσει μέχρι να ανατείλει
ο ήλιος και τότε θα πάνε να κρυφτούν αφήνοντας σας ήσυχους. Αν τώρα δεν έχετε κόσκινο,
βάλτε ένα σουρωτήρι. Μάλλον θα «πιάσει» αφού τρύπες έχει και αυτό.
Την ίδια εφαρμογή και αποτελέσματα με το κόσκινο έχει και μια πλεξούδα λινάρι. Ο
καρκαντζόλης προσπαθεί να μετρήσει τις ίνες του λιναριού και φτάνει το πρωί βρίσκοντας
τον να λεεί: «Ένα, δύο… ένα, δύο… ένα, δύο».

Ένα ακόμα όπλο εναντίων των καλικατζάρων, είναι το λιβάνι. Θυμιατίζουμε το σπίτι κάθε
απόγευμα και αφήνουμε το θυμιατήρι να λιβανίζει δίπλα στο τζάκι. Δεν υπάρχει περίπτωση
τα «δαιμονικά» αυτά όντα να σας πλησιάσουν. Μην φερθείτε όμως πονηρά και αντί για
λιβάνι ανάψετε τα αρωματικά στικ, γιατί θα κοιμηθείτε αγκαλιά με έναν καρκαλάτζαρο.
Επίσης το κατωσάγονο ή το πανωσάγονο του γουρουνιού πιστεύεται ότι θα σας κρατήσει
ασφαλείς. Δεν χάνετε τίποτα, εάν φυσικά διαθέτετε ένα, να το κρεμάσετε στην καμινάδα του
τζακιού σας.
Τέλος σε κάποιες περιοχές της Ελλάδας χρησιμοποιούν αντίθετη τεχνική. Αντί να τους
διώχνουν τους παίρνουν με το καλό, ρίχνοντας στα κεραμίδια του σπιτιού γλυκά. Σαν
λιχούδης που είμαι προτιμώ πάντως τα γλυκά να τα φάω εγώ και τους καλικατζάρους να
τους διώξω με κάποιον άλλο τρόπο.
Ανάμεσα πάντως στους καλικάτζαρους που θα μας επισκεφθούν και αυτές τις γιορτές,
υπάρχουν και δύο super stars. Ο ένας είναι ο Πρασινοσκούφης και ο άλλος ο Μανδρακούλος.
Για τον Πρασινοσκούφη και τις περιπέτειες του, μπορείτε να μάθετε διαβάζοντας το βιβλίο
της Πιπίνας Τσιμικάλη με τίτλο Ο Πρασινοσκούφης που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις
ΑΣΤΗΡ.
Όσο για τον Μανδρακούλο, τον αρχηγό των καλικατζάρων, μπορείτε να διαβάσετε αλλά και
να ακούσετε. Αν προτιμάτε να ακούσετε, μπορείτε να το κάνετε αγοράζοντας το CD των
Αδερφών Κατσιμίχα με τίτλο «Η Αγέλαστη Πολιτεία και οι Καλικάτζαροι». Αν πάλι θέλετε
να διαβάσετε, τα κείμενα καθώς και οι στίχοι των τραγουδιών που ακούγονται στο
παραπάνω CD, κυκλοφορούν και σε βιβλίο με τον τίτλο «Η Αγέλαστη Πολιτεία και οι
Καλικάτζαροι» από τις εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ.
Και τα τρία είναι ένα εξαιρετικό δώρο για τις γιορτές των Χριστουγέννων τόσο για μικρούς
όσο και για μεγάλους. Εξάλλου όλοι τις ημέρες αυτές προσπαθούμε να νιώσουμε σαν παιδιά.
Και όπως είπαμε έτσι; Φωτιά, αλάτι, παλιό παπούτσι, κόσκινο, λιβάνι και χοιρινό σαγόνι.
Καλές γιορτές!

ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ










Αγιά Σοφιά 3D

Δείτε μια περιήγηση της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη.
Πατήστε πάνω στην εικόνα και ... καλή βόλτα!